Δευτέρα 27 Ιουνίου 2011

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΑΣΤΑΝΗΣ - ΤΟ ΑΗΔΟΝΙ ΤΟΥ ΣΕΛΙΝΟΥ




1944 - 2011

Δεν χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις για τον μεγάλο καλλιτέχνη που έφυγε από κοντά μας πριν λίγες ημέρες. Ο Παναγιώτης Καστάνης, με το λαγούτο και το τραγούδι του έγραψε την δική του ιστορία, έβαλε την προσωπική του πινελιά στο ευρύ φάσμα της κρητικής μουσικής. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κάντανο Σελίνου και από έφηβος έμαθε να παίζει λαγούτο και να συμμετέχει ενεργά στα παραδοσιακά γλέντια. Θαυμαστής του Δημήτρη Γαλάνη, του Μανώλη Καρτσώνη και των Κουτσουρέληδων, δεν άργησε να αξιοποιήσει το ταλέντο του και να εξελιχθεί σε έναν από τους καλύτερους μουσικούς, όχι μόνο των Χανίων, αλλά της Κρήτης γενικότερα. Μοναδική χροιά, άψογη πενιά, συνεργάστηκε με τα κορυφαία βιολιά των Χανίων, όπως ο Μιχ.Κουνέλης, ο Κ.Παπαδάκης(Ναύτης), ο Παύλος Πολυράκης, ο Φώτης Κατράκης, ο Μανιός κλπ. Δισκογραφικά έχει αφήσει αξιόλογο έργο, επίσης παρέστει σε εκδηλώσεις των Κρητών της ομογένειας στο εξωτερικό. Για μερικά χρόνια παρουσίαζε την ραδιοφωνική εκπομπή του συλλόγου "Ο Χάρχαλης" στην τοπική ραδιοφωνία Χανίων. Δυστυχώς, σοβαρά προβληματα υγείας τον κράτησαν μακριά από την μουσική τα τελευταία 10-12 χρόνια. Ο Παναγιώτης Καστάνης θα μείνει σίγουρα αξέχαστος σε όλους μας.

Τετάρτη 22 Ιουνίου 2011

ΗΧΟΓΡΑΦΗΣΗ: ΚΑΡΜΠΑΔΑΚΗΣ ΠΕΤΡΟΣ!

Παλαιά ηχογράφηση των 45 στροφών, με τον Πέτρο Καρμπαδάκη στο τραγούδι, τον Νικ.Σαριδάκη(Μαύρο) στο βιολί και τον Γιώργη Κουτσουρέλη στο λαγούτο. Παίζονται οι σκοποί: Παλιοκαστριανός συρτός του Κιώρου - Χαλεπιανός συρτός του Κουφιανού.




ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ:ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΗΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΤΟΥ ΧΑΡΙΛΑΟΥ!





Ακολουθεί ένα μικρό αλλά πολύ συγκλονιστικό απόσπασμα από την συνέντευξη του θρυλικού λυράρη Χαρίλαου Πιπεράκη στον ερασιτέχνη ερευνητή Ιωάννη Παπαδάκη που έλαβε χώρα το 1974 στην Αμερική, όπου ο μεγάλος λυράρης αναφέρεται στην σχέση του με τους Κισαμίτες μουσικούς και στα συρτά που έπαιξε. Ευχαριστούμε από καρδιάς, τον εγγονό του Ιωάννη Παπαδάκη, Κώστα, για την ευγενή και αποκλειστική παραχώρηση των κάτωθι ντοκουμέντων στο blog μας "ΚΙΣΑΜΟΣ, ΜΟΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ" (http://kissamoschania.blogspot.com/).

===============================================================================

Ι.Π: Δηλαδή Χαρίλαε μου, πριν φύγεις από την Κρήτη δεν έπαιζες πολλά συρτά;

Χ.Π: Ήμουν νεότατος, χωρίς χνούδι στο μάγουλο να φανταστείς, τι να ξέρω από τον τεράστιο πλούτο της μουσικής μας κληρονομιάς; Εγώ την λύρα όπως σου είπα και πρίν, την έμαθα όταν δούλευα σερβιτόρος στο Ηράκλειο, δεκατριών σχεδόν ετών. Εκεί παίζανε πηδηχτά τραγούδια, πολλά λασιθιώτικα τραγούδια και τέτοια. Τα συρτά που ήξερα και ακούγαμε στο χωριό και χορεύαμε δεν ήταν δά και πάρα πολλά. Αυτά πιο πολύ προς τα μέσα τα παίζανε, Φουρνέ και Αλικιανού και Σέλινο και Κίσσαμος και στο Καστέλλι γύρω. Κι είχαμε έναν γέρο λυράρη στα μέρη μας, τον Αγγανά τον Στυλιανό από του Κουρνά και αυτόν ας πούμε άκουγα να παίζει συρτά πιο πολύ από άλλους τότε. Αυτός έκανε ωραία γυρίσματα στον πεντοζάλη και έχω πάρει μερικά δικά του και τα παίζω κι εγώ. Κι επίσης, ήταν ένας από τον Βαφέ, ο λεγόμενος Παλικαρογιάννης που έπαιζε ωραία λύρα και έπαιζε και αρκετά συρτά γιατί είχε επαφές με Σελινιώτες και από αυτόν άκουσα αρκετά...

Ι.Π: Δηλαδή από αυτούς έμαθες τους σκοπούς ε;

Χ.Π: Ναί, σαν μικρό παιδί, ναί, από αυτούς τα έμαθα. Και με αυτά τα ακούσματα ήρθα εδώ και έπαιζα στο ομογενές στοιχείο της Αμερικής, ήτανε χιλιάδες οι Κρήτες που δούλευαν εδώ και τους διασκέδαζα....

Ι.Π: Δεν σου έδειξε δηλαδή κανείς βιολιστής Κισσαμίτης τα συρτά;


Χ.Π: Ναί, εδιδάχθην τα συρτά, πιο μετά που ήρθα, περίπου το '28. Ήρθα στην Κρήτη για κάποιο διάστημα και ευτύχησα να γνωρίσω ένα εκ των σπουδαιοτέρων, τον Γεώργιο Μαργιάνο που έπαιζε από τα καλύτερα βιολιά στην Κρήτη. Πήγα στον χωριό του, τον Δραπανιά και έμεινα κοντά του περί τους πέντε - έξι μήνες για να δουλέψω στα παλαιά συρτά που παίζονταν τότε. Έμαθα πάρα πολλά κισσαμίτικα τραγούδια και άλλα τέτοια και μάλιστα, όταν επέστρεψα εδώ, εκυκλοφόρησα μια σειρά δίσκων με όλα αυτά τα τραγούδια που σημείωσαν τρομερή επιτυχία, όχι μόνο σε Κρήτες, αλλά σε όλο το Ελληνικό στοιχείο και έστειλα και δίσκους και στην Κρήτη, διότι είχα εκατοντάδες θαυμαστάς εκεί. Και να μην ξεχάσω, συνάντησα για λίγο δυστυχώς, τον άλλον μεγάλον καλλιτέχνη, τον Νίκο Χάρχαλη από την Κίσσαμο. Αυτός όμως ήταν πολύ απασχολημένος με το επάγγελμα γιατί είχε πολύ ζήτηση και συζητήσαμε διά την μουσική μας κληρονομιά και του έκανα και προσωπικά, κάλεσμα να μας επισκεφθεί εδώ, όπως και στον Μαργιάνο, αλλά η απόστασης είναι τεράστια και το επάγγελμα δεν επέτρεψε να εγκαταλείψουν την Κρήτη.

Ι.Π: Μάλιστα, ωραία. Πάντως από όλα αυτά που μου είπες Χαρίλαε, να υποθέσω ότι τα κρητικά συρτά που ηχογράφησες στους δίσκους, είναι παραδοσιακά. Ή, είναι συνθέσεις σου;

Χ.Π: Είναι παραδοσιακά τραγούδια, τα περισσότερα είναι κισσαμίτικης προελεύσεως. Βέβαια, έκανα κι εγώ προσωπικές μου συνθέσεις σε πάρα πολλά τραγούδια που αγαπήθηκαν από τον κόσμο και έχω γράψει και τα λόγια στα περισσότερα αυτά, είχα τεράστιο ρεπερτόριο. Διότι αγαπητέ μου, εγώ ήξερα να παίζω την μουσική ολόκληρης της Κρήτης, και τα τραγούδια της Κισσάμου και του Ρεθέμνους και της Σητείας καθότι είχα ερευνήσει την μουσική μας κληρονομιά με λεπτομέρεια και αγάπη.....[...]

Ι.Π: Τα τελευταία χρόνια στην Κρήτη, παίζεται από τους εκεί καλλιτέχνες, μια δική σου δημιουργία, ο Ξηροστερνιανός σκοπός. Πές μου λίγα πράγματα για αυτόν..

Χ.Π: Αυτό το τραγούδι αγαπητέ Γιάννη, το εδημιούργησα ώς ελάχιστον φόρο τιμής στο αγαπημένο μου χωριό, το Ξηροστέρνι Αποκορώνου του νομού Χανίων. Είναι η πρώτη μου δημιουργία και ίσως η μεγαλύτερη κρητική επιτυχία που κυκλοφόρησα στην δισκογραφία. Ενθυμούμαι χαρακτηριστικά ότι όταν άκουγα να παίζουν οι παλαιοί μουσικοί αυτό τον σκοπό, με έπιανε ένα ρίγος μεγάλο. Εδώ κατόπιν, επεξεργάστηκα εις βάθος την μελωδία αυτήν και θεώρησα σωστό να βάλω στίχους που περιγράφουν την ομορφιά του χωριού μου....

Ι.Π: Με συγχωρείς Χαρίλαε, υπήρχε από πρίν αυτή η μελωδία; Δεν είναι δηλαδή δικης σου έμπνευσης;

Χ.Π: Ναί, δική μου είναι βεβαίως. Παίζανε σκοπούς σαν αυτούς οι ντόπιοι καλλιτέχνες, κι ο Αγγανάς και ο Κουφιανός και άλλοι πολλοί, εγώ όμως αυτό το τραγούδι το μελέτησα, εργάστηκα στα μελωδικά του γυρίσματα και βέβαια, έδωσα τους στίχους για να μείνει έτσι όπως έχει μείνει στην ιστορία της μουσικής μας και του έκανα....

Ι.Π: Συγνώμη για την διακοπή, αλλά τελικά, παιζόταν από πριν αυτό το τραγούδι;

Χ.Π: Όχι, με τους στίχους που εγώ τους έβαλα, όχι. Παιζόταν κάτι παρόμοιο κι ο Χάρχαλης μάλιστα μου είχε αναφέρει ότι το ήξερε να το παίζει κι αυτός και μου το έπαιξε μάλιστα, αλλά με άλλον στίχο και κάποια άλλα γυρίσματα που διαφέρουν από τον Ξηροστερνιανό σκοπό.....[...].

ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΛΙΜΕΤΑΚΗΣ(ΠΑΛΙΜΕΤΗΣ)





1866 - 1916(;)

Ο θρυλικός Χάρχαλης στην συνέντευξη του στον Γιάννη Παπαδάκη, μεταξύ άλλων είχε αναφέρει: " Ήτανε ένας Παλιμέτης, πήγα μερικές φορές και μου’δειξε λίγα πράματα, ήτανε καλός αυτός."
Ο Στρατής Παλιμετάκης, ή Παλιμέτης, χρημάτισε ώς δάσκαλος για ένα διάστημα του μεγάλου Χάρχαλη. Βιολιστής παλαιός, από τους παλαιότερους, γεννήθηκε και έζησε όλα του τα χρόνια στον Άη Κυρ Γιάννη Κισάμου. Δύσκολα τα χρόνια, πρωτόγονα τα μέσα, όμως ο Παλιμέτης με του βιολί του άφησε κυριολεκτικά εποχή στο χωριό του, αλλά και στα γειτονικά χωριά. Οι βιολιστές των επόμενων γενεών διδάχθηκαν πολλά από τον φιλόξενο Παλιμέτη, καθώς όπως λέγεται, δίδαξε το όργανο σε αρκετά νέα παιδιά εκείνη την εποχή. Υπάρχει και ένας σκοπός συρτού, μια πανέμορφη - ανέκδοτη μελωδία, ο Συρτός του Παλιμέτη, που δυστυχώς έχει καταγραφεί μόνο σε ερευνητικό επίπεδο και έχει παραποιηθεί αρκετά στις μέρες μας.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΚΑΚΗΣ

(Φωτο: Από το βιβλίο του Θ.Δεικτάκη "Χανιώτες Λαϊκοί μουσικοί που δεν υπάρχουν πιά, τόμος Ά")


1881 - 1963

Ο Γεώργιος Νικολακάκης ήταν ένας παλιός βιολιστής από τις Καλάθενες Κισάμου που άκμασε από την πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα έως και τα χρόνια του μεσοπολέμου. Καλός χειριστής του δοξαριού αλλά και καλός τραγουδιστής, έπαιξε σχεδόν σε όλη την έκταση της δυτικής Κισάμου, ακόμα και μέχρι τα κοντινά χωριά του δυτικού Σελίνου. Μαζί του στα γλέντια, τα περίφημα λαγούτα των Σγουρομάλληδων, του Μιχ.Ανδρουλάκη και του Σταύρου Μαυροδημητράκη. Διατέλεσε και δάσκαλος για ένα διάστημα του καταξιωμένου βιολιστή, του Φώτη Κατράκη. Λέγεται από πολλούς, ότι αυτός έδωσε τα ερεθίσματα στον αδικοχαμένο και θρυλικό Ευθύμη Λυραντωνάκη ούτως ώστε ο δεύτερος να ξεκινήσει την μουσική του ενασχόληση. Ο Γεώργιος Νικολακάκης αποτέλεσε την φυσική συνέχεια της πλειάδας των καλλιτεχνών που άκμασαν στις Καλάθενες Κισάμου μέχρι και την δεκαετία του '70.

Δευτέρα 20 Ιουνίου 2011

ΚΩΣΤΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ

Πανοραμική άποψη των Παλαιών Ρουμάτων.



1914 - 1977

Ο Κώστας Δημητριάδης ήταν ένας παλιός-παραδοσιακός βιολιστής, γεννημένος στα Παλαιά Ρούματα Κισάμου, στο κεφαλοχώρι αυτό που δεσπόζει πολλά χρόνια τώρα στο μουσικό γίγνεσθαι του τόπου μας. Ο Κώστας Δημητριάδης άκμασε κυρίως στα χρόνια του μεσοπολέμου με πολλά γλέντια στο ενεργητικό του, τόσο στα Παλαιά Ρούματα, όσο και στα όμορα χωριά των επαρχιών Κισάμου και Σελίνου. Έπαιξε με συγχωριανούς του λαγουτιέρηδες όπως ο αείμνηστος Στεφανής Λιονάκης και ο Γουβεροσταμάτης. Μετακατοχικά ανέβηκε στην Αθήνα όπου και ασχολήθηκε με την υποκριτική τέχνη.

ΜΙΧΑΛΗΣ ΑΝΔΡΟΥΛΑΚΗΣ




1918 - 2004

Ο Μιχάλης Ανδρουλάκης υπήρξε ένας εκ των σημαντικότερων χειριστών του λαγούτου, που άκμασε κυρίως από τα τέλη της δεκαετίας του '30 κι έπειτα. Γεννήθηκε στις Καλάθενες Κισάμου και βίωσε την γνήσια μουσική έκφραση της περιοχής εκείνης της περιόδου, μια μουσική έκφραση που βρισκόταν σε πλήρη ακμή. Πολύ καλός δεξιοτέχνης, συνεργάστηκε με πλήθος βιολιστών, ξεχωρίζουμε μερικούς όπως ο Μ.Σκορδυλάκης, ο Μαν.Γιακουμάκης, ο Μαν.Μυλωνάκης, ο Γρηγ.Μαθιουδάκης. Ακόμα και με τον Θανάση Σκορδαλό έπαιξε για μια περίοδο, όταν ακόμα ο Σκορδαλός έκανε τα πρώτα του - δειλά - βήματα στην μουσική. Ατόφιο κισαμίτικο - πρίμο παίξιμο, δέσποζε μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του '80. Εκτενείς πληροφορίες για το βιογραφικό του Μιχ.Ανδρουλάκη, μπορούμε να πάρουμε και από το σημαντικό πόνημα του Θαν.Δεικτάκη "Χανιώτες Λαϊκοί μουσικοί που δεν υπάρχουν πιά, τόμος ΄Β". Ο Μιχάλης Ανδρουλάκης με την χαρακτηριστική πενιά του, σφράγισε την μουσική συνείδηση του κόσμου και ήταν ένας εκ των τελευταίων "μεγάλων" Καλαθενιωτών μουσικών που πρόσφεραν τα μέγιστα.

O ΝΑΥΤΗΣ ΜΙΛΑΕΙ ΣΤΗΝ TULIA MAGRINI

Διαβάστε μια παλιά συνέντευξη του Κ.Παπαδάκη(Ναύτη) στην διεθνούς φήμης Ιταλίδα μουσικολόγο Tulia Magrini. Η συνέντευξη αυτή είχε μεταφραστεί και παρουσιαστεί στα ελληνικά πριν μερικά χρόνια από εμάς για χάρη του παλιού πόρταλ "Cretan Music". Σε πρώτη παρουσίαση,την βρίσκουμε στην ιστοσελίδα της μουσικολόγου σχετικά με την έρευνα της στην κρητική μουσική μέσω του πανεπιστημίου της Μπολόνια.
-----------------------------------------------------------------------

«….Γεννήθηκα στο Καστέλλι της Κισσάμου, στην Κρήτη το 1920.Ο πατέρας μου, Βασίλης Παπαδάκης έπαιζε βιολί, όπως επίσης και ο παππούς μου και ο προπάππος μου.Για περίπου πέντε με έξι γενιές όλοι στην οικογένεια μου έπαιζαν βιολί. Ο πατέρας μου αγόρασε ένα βιολί για τον μεγαλύτερο αδελφό μου και ξεκίνησε να του μαθαίνει να παίζει. Δεν με άφηναν όμως να το αγγίζω έως ότου έγινα επτά ετών.
Όταν όμως όλοι ήταν εκτός σπιτιού το έπαιρνα και έπαιζα μόνος μου αυτά που άκουγα και έπαιζαν οι άλλοι. Αυτό γινόταν για τέσσερις με πέντε μήνες.Μια μέρα ο πατέρας μου ήρθε νωρίς στο σπίτι την ώρα έπαιζα. Άκουσε που έπαιζα και νόμιζε πως ήταν ο αδελφός μου και ότι έπαιζε καλύτερα από ότι συνήθως. Κατόπιν άνοιξε την πόρτα με είδε και είπε ¨ αυτός θα γίνει καλός βιολάτορας¨. Μετά αποφάσισε να μου δώσει κάποια μαθήματα μαζί με τον αδελφό μου και να μας δείξει όλο το ρεπερτόριο που περιλάμβανε χορούς από την Κρήτη, από την Μικρά Ασία, από την Ήπειρο και την Πελοπόννησο….»

«Μετά από δύο χρόνια, βρήκα ένα άλλο νέο παιδί, περίπου δεκατεσσάρων ετών. Έπαιζε λαγούτο και ξεκινήσαμε να παίζουμε μαζί. Μετά από πρόβες ενός μήνα μου είπε ¨ας ξεκινήσουμε να παίζουμε σε ταβέρνες¨. Έτσι αρχίσαμε να παίζουμε σε ταβέρνες κάθε βράδυ και ο κόσμος ερχόταν, χόρευε και μας πετούσε χρήματα.
Οι μαγαζάτορες μας έλεγαν ¨ελάτε να παίξετε και σε εμάς¨ γιατί διασκεδάζαμε τον κόσμο που έπινε και χόρευε και έκανε καλύτερο τζίρο.

Όταν ήμουν εννέα ετών μπορούσα να παίξω και άλλα είδη ελληνικών χορών όπως τσάμικα, καλαματιανά, όπως και χορούς της Σμύρνης.

Ένα βράδυ ήρθε κάποιος και είπε ότι ετοιμαζόταν να παντρευτεί σε τέσσερις εβδομάδες και αν μπορούσαμε να παίξουμε εμείς στον γάμο. Δέχθηκα και αυτός μετά πήγε να το πεί και του πατέρα μου, τον οποίο και γνώριζε καλά. Ο πατέρας μου είπε τότε ¨ακόμα είναι παιδιά,δεν θα μπορέσουν να αντέξουν τόσες μέρες. Αν θές θα έρθω να σου παίξω εγώ και θα σου φέρω τα παιδιά να σου παίξουν λίγο.¨ Τότε αυτός απάντησε ότι ήθελε μόνο εμάς.

Μετά από τέσσερις εβδομάδες ήρθε και μας πήρε και μας πήγε σε ένα χωριό, τους Λάκκους και εκεί παίξαμε για τρείς ημέρες και όλοι μας έδωσαν και χρήματα, περίπου 3.500 δραχμές, πολλά λεφτά για τότε.

Εκείνη την εποχή ένας δάσκαλος έπαιρνε μόλις 600 δραχμές το μήνα!

Αυτή ήταν λοιπόν η πρώτη φορά που έπαιξα σε γάμο. Μετά από αυτό ξεκίνησα να παίζω σε πανηγύρια, σε γάμους, σε βαπτίσεις και σε χοροσπερίδες. Έτσι, άφησα το σχολείο και σταμάτησα και από τις ταβέρνες γιατί δεν είχα πλέον χρόνο.Με περίμενε πολύ δουλειά….»

«…Το 1938 η οικογένεια μου ήρθε στην Αθήνα και εγώ ξεκίνησα να παίζω και μπουζούκι στον Πειραιά. Έπαιζα ρεμπέτικα μαζί με άλλους ρεμπέτες, όπως ο Καλδάρας και ο Πετσάλης. Επίσης έπαιζα βιολί για το ραδιόφωνο των Αθηνών μια φορά την εβδομάδα και έπαιρνα 1.000 δραχμές κάθε φορά. Τότε ήμουν ο μοναδικός κρητικός μουσικός που έπαιζε κάθε εβδομάδα για το ραδιόφωνο. Κάποιες φορές ο Κουτσουρέλης με τον Μαύρο ερχόντουσαν επίσης και έπαιζαν στο ραδιόφωνο.Μέχρι εκείνη την στιγμή το βιολί ήταν το κύριο όργανο της κρητικής μουσικής….»

«….Ήμουν στην Αθήνα την περίοδο του πολέμου και κατόπιν κατέβηκα ξανά στην Κρήτη. Το 1945 κατατάχθηκα στο πολεμικό ναυτικό και έπαιζα πάντα με την ναυτική στολή. Από εκεί μου έμεινε το παρατσούκλι ¨Ναύτης¨. Στα Χανιά έπαιζα και μπουζούκι και έφιαξα ένα συγκρότημα, το πρώτο το οποίο έπαιζε ρεμπέτικα και ταμπαχανιώτικα. Ο Σαρημανώλης και άλλοι Μικρασιάτες μουσικοί έπαιζαν μαζί μου. Παίζαμε κάθε βράδυ στου Μπολλάρη. Ο μαγαζάτορας θυμάμαι μας έδινε 50 δραχμές κάθε βράδυ.

Τότε άνοιξε ένας ραδιοφωνικός σταθμός στα Χανιά και ο ιδιοκτήτης με προσκάλεσε να παίξω βιολί και μπουζούκι. Ένα βράδυ, ένας παλιός φίλος ο οποίος έπαιζε σαντούρι ήρθε και μου είπε ¨Κώστα, έχω ένα γάμο και οι συμπέθεροι είναι από την Κωνσταντινούπολη και κανείς μουσικός εδώ δεν ξέρει να παίζει Πολίτικα τραγούδια.Έλα να παίξεις βιολί μαζί μου¨. Έπαιξα πολλές ώρες εκεί, μου άρεσε και κατόπιν στο ραδιόφωνο που έπαιξα αποφάσισα να παίζω μόνο σε γάμους. Έδωσα λοιπόν την διεύθυνση μου και μετά από μερικές μέρες δέχθηκα πολλές προτάσεις για γάμους. Και έτσι, με το βιολί μου και μόνο έπαιζα σε δύο τρείς γάμους την εβδομάδα. Και σταμάτησα να παίζω μπουζούκι. Αυτό ήταν μέχρι το 1949…»

«….Το 1949 ξαναπήγα στην Αθήνα, η οικογένεια μου βλέπεις δεν ήθελε την γυναίκα μου για νύφη. Ξεκίνησα να παίζω βιολί στην ραδιοφωνία Αθηνών και τα βράδια έπαιζα στην ταβέρνα «Τα Χανιά». Παράλληλα εργαζόμουν και ως οδηγός λεωφορείων. Έμεινα στην Αθήνα μέχρι το 1953, όπου και ξαναγύρισα στα Χανιά, αποκτώντας το πρώτο μου παιδί.
Το 1955 ο Σίμων Καράς, ο οποίος υποτίθεται ότι πρόσεχε την παραδοσιακή μας μουσική, διέταξε να απαγορευτεί η προβολή του βιολιού ως όργανο της κρητικής μουσικής από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης . Αυτή η απαγόρευση ισχύει ακόμα. Τότε δεν προβάλονταν από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης πολλοί ονομαστοί λυράδηδες, πλήν ελαχίστων, από τότε και μετά όλοι ξεκίνησαν να παίζουν λύρα…»

«…Το 1959 έφυγα και πήγα στην Αμερική, στο Σικάγο αρχικά και το ξεκίνημα εκεί ήταν πολύ δύσκολο για εμένα. Οπωσδήποτε κανείς δεν με ήξερε εκεί σαν μουσικό. Όταν ζήτησα δουλειά σε ελληνικά εστιατόρια και τους έλεγα ότι παίζω βιολί, μου απαντούσαν ότι δεν με χρειάζονται. Με ρώτησαν αν έπαιζα κιθάρα, κρουστά, κλαρίνο ή μπουζούκι. Όμως είχα σταματήσει να παίζω μπουζούκι. Έπρεπε να ζήσω όμως με κάποιο άλλο τρόπο. Και ξεκίνησα σαν χρωματιστής, εργαζόμουν ακόμα και στους ουρανοξύστες. Για κάθε καλή και δύσκολη δουλειά έπαιρνα 12.000 δολλάρια και έτσι μπόρεσα να αγοράσω ένα σπίτι, ένα αυτοκίνητο και…ένα μπουζούκι! Μετά μάλιστα από λίγους μήνες τα δάχτυλα μου προσαρμόστηκαν ξανά στο μπουζούκι και ξεκίνησα να παίζω ξανά με ένα συγκρότημα και μετά από πολλές πρόβες ήμασταν έτοιμοι να παίξουμε σε γάμους και βαπτίσεις. Παίξαμε σε όλη την χώρα των Η.Π.Α. Αργότερα χώρισα με την γυναίκα μου και πήγα στην Νέα Υόρκη όπου και έμεινα στην Αστόρια. Εκεί άνοιξα σούπερ μάρκετ και βρήκα ένα άλλο συγκρότημα και άρχισα πάλι να παίζω μπουζούκι και βιολί. Εργαζόμασταν κυρίως σε γαμήλια γλέντια Ελλήνων που κατάγονταν από όλα τα μέρη της Ελλάδας και παίζαμε τσάμικα, καλαματιανά, ρεμπέτικα και βέβαια κρητικά….»

«..Τέλος, άφησα την Νέα Υόρκη και επέστρεψα στην Κρήτη, όπου και ξαναπαντρεύτηκα το 1975. Έμεινα εδώ λοιπόν και έπαιζα βιολί μαζί με τον λαγουτιέρη Στέλιο Λαϊνάκη, όπου και την περίοδο '81 – '86 επεκτάθηκα μέχρι και την Αυστραλία με την οικογένεια μου. Όλη την περίοδο επίσης διεξήγαγα έναν αγώνα υπεράσπισης του βιολιού από τα χρόνια που απαγορεύτηκε . Όταν ήμουν μικρό παιδί και μάθαινα να παίζω βιολί, ζητούσα από τους παλαιότερους μουσικούς να μου δείξουν τις διαφορές των χορών μεταξύ τους, καθώς και τα γνήσια κρητικά τραγούδια με τις αυθεντικές τους ονομασίες. Και όλα αυτά που μάθαινα, τα κρατούσα σημειωμένα…..».

ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΟΦΕΥΓΟΝΤΑΙ ΟΙ ΠΑΡΕΞΗΓΗΣΕΙΣ...

Πριν αρκετούς μήνες, δημοσιεύσαμε από το blog μας, ένα παλιό ντοκουμέντο σχετικά με την λύρα, το οποίο βασίζεται στις ιστορικές αναφορές του Γάλλου προξένου της Κρήτης το 1825, X.Fabre Quettes. Το ντοκουμέντο αυτό μας το είχε στείλει μέσω e-mail ο καλός φίλος Γιώργος Τζανακάκης, δικηγόρος στο επάγγελμα και φανατικός ερασιτέχνης ερευνητής της μουσικής μας, ο οποίος ζεί και εργάζεται μόνιμα στο Λονδίνο τα τελευταία 10 χρόνια. Το ντοκουμέντο αυτό ξεσήκωσε μια θύελλα ποικίλων αντιδράσεων και ίσως και να θίχθηκαν κάποιοι φίλοι, προφανώς φίλοι της λύρας, αλλά και λυράρηδες. Σκοπός αυτό του blog είναι να προβάλει τα ΠΑΝΤΑ και τους ΠΑΝΤΕΣ. Και αυτό, πιστεύω να είναι κατανοητό. Σκοπός επίσης του blog είναι να αναφέρει ΠΑΝΤΑ τις ΠΗΓΕΣ του, ως προς την όποια καλοπροαίρετη ή μή, εξακρίβωση των ντοκουμέντων που κατά καιρούς αναρτούμε. Αν λοιπόν, ορισμένοι θίχθηκαν τόσο πολύ και έφτασαν σε σημείο να κάνουν "κους-κους" ακόμα και στο Facebook ως προς την..."διάθεση" των συντακτών, ώς προς το αν "ειρωνευόμαστε" κλπ κλπ...η απάντηση είναι απλή: Κύριοι(και κύριε λυράρη) έχουμε συμπεριλάβει στις παρουσιάσεις μας, ακόμα και ΕΣΑΣ, κι όχι μόνο αυτό, αλλά με τα καλύτερα σχόλια προς τα πρόσωπα σας. Αν λοιπόν θεωρείτε ότι το μόνο που μας αρμόζει, είναι να μας λασπολογείτε μέσω facebook και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό χωρίς ΟΥΔΕΠΟΤΕ να έχουμε θίξει ατομικά εσάς(το αντίθετο μάλλον), τότε η λέξη είναι μία: Ημαρτον!

Παρασκευή 10 Ιουνίου 2011

ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ - ΕΡΑΣΙΤΕΧΝΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΜΑΥΡΟΔΗΜΗΤΡΑΚΗ

Παραθέτουμε μερικά αποσπάσματα από την ερασιτεχνική συνέντευξη του αείμνηστου και τρανού λαγουτιέρη, Σταύρου Μαυροδημητράκη στον ερασιτέχνη μελετητή Ιωάννη Παπαδάκη (Ελληνοαμερικάνο) που έλαβε χώρα τον Ιούνιο του 1978 στον Πειραιά. Ευχαριστούμε από καρδιάς τους απογόνους του Ι.Παπαδάκη, Μανώλη-Κώστα-Ελένη για την ευγενή παραχώρηση και την άδεια δημοσίευσης από το blog "kissamoschania.blogspot" των αποσπασμάτων αυτών, καθώς και για τα αποσπάσματα από συνεντεύξεις άλλων καλλιτεχνών που θα προβληθούν αποκλειστικά στο μέλλον από το blog μας.






Ι.Π: Πως το πήρες απόφαση να ασχοληθείς με την μουσική, με τα όργανα;

Σ.Μ: Εγώ τα ζούσα τα όργανα καθημερινώς στο σπίτι που μέναμε. Μα κάθε μέρα σου λέω. Έπαιζε ο πατέρας μου λύρα, καλή λύρα. Κι ήτανε, πώς να στο πώ, ήτανε φίρμα όπως λέμε σήμερα, τον ξέρανε σε όλη την επαρχία Κισσάμου κι ακόμα παραπέρα. Στα Μαρεδιανά προπάντων όλα τα γλέντια τα είχε ο πατέρας μου, στεφανώσεις, αρραβωνιάσεις, πανηγύρια. Ήτανε κι άλλος ένας γεροντής, ο Μανιατάκης ο Γιάννης, βιολί έπαιζε αυτός πρώτης γραμμής, αυτοί ήτανε στο χωριό, ο πατέρας μου και ο Μανιατάκης. Τα γλέντια των Μαρεδιανών τα είχανε αυτοί οι δύο. Εγώ που λές, αυτούς άκουγα κάθε μέρα, θες να είναι στον καφενέ, θες να είναι στις πεζούλες στην εκκλησία, παντού δηλαδή…..

Ι.Π: Συγνώμη που σε διακόπτω, αλλά εσύ όμως, δεν έμαθες λύρα...

Σ.Μ: Όχι, δεν έμαθα, δεν μου άρεσε η λύρα εμένα. Εγώ σαν πρωτάκουσα τον γέρο Κουτσουρέλη να παίζει το λαγούτο, ξετρελάθηκα. Έπαιζε, το θυμάμαι σαν να’ναι χθές, έπαιζε με τον πατέρα μου στον γάμο του Μαυροδημήτρη του Στέλιο και ήμουνα δεν ήμουνα πέντε – έξι χρονών. Και όταν γύρισα από τον γάμο δεν έκλεισα μάτι, παρά όταν ήρθε ο πατέρας μου στο σπίτι του είπα, να μου πάρεις ένα λαγούτο. Αυτός όμως ήτανε φτωχός και το λαγούτο έκαμε πολλούς παράδες, αλλά να σου πώ, δεν ήθελε και πολύ να ακολουθήσω το επάγγελμα, κυρίως αυτό δηλαδή. Με τα πολλά, πήρα ένα μαντολινάκι και αρχίνισα μοναχός μου να παίζω και με το που’θελε να σχολάσει η λειτουργία την Κυριακή, καθόμουν στις πεζούλες στην εκκλησία κι έπαιζα και χορεύανε τα κοπελάκια του χωριού.

Ι.Π: Με μαντολίνο λοιπόν ξεκίνησες;

Σ.Μ: Ναι, μαντολίνο, ένα παλιό μαντολινάκι που το είχε πάρει ο πατέρα μου από έναν από το Καστέλλι. Έπαιζα μαντολίνο μέχρι να μεγαλώσω λιγάκι, εκεί στα δέκα περίπου με δώδεκα, αφού είδε ο πατέρας μου ότι δεν αλλάζω τα μυαλά μου, πήγε και μου αγόρασε ένα λαγούτο από τα Χανιά και έμαθα μοναχός μου να παίζω πιο πολύ. Έκανα δύο μαθήματα στου γέρο Κουτσουρέλη, ίσα ίσα για να μάθω να το κουρντίζω και να το πιάνω και τα υπόλοιπα όλα μοναχός μου.

Ι.Π: Θυμάσαι να μου πείς πότε έπαιξε σε γλέντι με το λαγούτο;

Σ.Μ (γέλια) το πρώτο γλέντι λένε ότι είναι σαν την πρώτη αγαπητικιά, έτσι δεν λενε; Δεν το ξεχνάς που να περάσουνε εκατό χρόνοι. Ήτανε το 1914, δεκατεσσάρων χρονών ακριβώς ήμουνα και καλά καλά δεν ήμουν ξετελεμένος στο όργανο, παρά ένας από τα Σκουλουδιανά με κάλεσε να παίξω σε μια βάφτιση που έκανε και πήγα κι έτρεμα σαν τον λαγό, κατέεις γιατί; Γιατί θα έπαιζα με τον Κουνελοκωστή. Μεγάλο πράμα για εκείνα τα χρόνια και μεγάλη, πώς να στο πώ, μεγάλη υπόθεση, τιμή. Και πήγα κι έπαιξα και τα πήγα μια χαρά κι ας πούμε πήρα θάρρος. Και μετά του πήρα τον αέρα και έπαιζα όπου με καλούσανε. Και με τον πατέρα μου, μην ξεχάσω να πώ ότι πρίν το μεγάλο γλέντι με τον Κουνελοκωστή, είχα παίξει με τον πατέρα μου σε αρκετές χαροκοπιές στο χωριό. Αλλά και μετά, μέχρι να πάω δεκάξι χρονών, έπαιζα με τον πατέρα μου, μέχρι που με άκουσε ο μακαρίτης ο Χάρχαλης και μου είπε….

Ι.Π: Τότε γνωρίστηκες με τον Χάρχαλη;

Σ.Μ: Ναι, ακριβώς δεκάξι χρονών έπαιξα με τον Χάρχαλη στην Αγιά Τριάδα στα Καλουδιανά στο πανηγύρι. Εκάναμε από πρίν, δέκα μέρες μπρόβες για να δεί αν μπορώ να του ακολουθήσω και ύστερα μου έκανε, εντάξει είσαι Σταυράκη, θα γίνεις πρώτης τάξεως οργανοπαίχτης.

Ι.Π: Πώς γνωρίστηκες με τον Χάρχαλη;

Σ.Μ: Από την μεριά του πατέρα μου, του έλεγε του Χάρχαλη, έχω το κοπέλι μου που παίζει λαγούτο και του έκανε ο Χάρχαλης, φέρ’τον μου να τον ακούσω. Και του άρεσα και μου είπε να παίξουμε σε μερικά γλέντια μαζί. Και πήγε η συχωρεμένη η μάνα μου θυμάμαι και μου ψώνισε καλά ρούχα, σκολινά για να πάω να παίξω στο πανηγύρι δίπλα στον Χάρχαλη.

Ι.Π: Και έτσι λοιπόν συνέχισες να παίζεις με τον Χάρχαλη;

Σ.Μ: Όχι, τότε δεν έπαιξα πολύ γιατί είχα κατέβει στο Καστέλλι και δούλευα σε ενούς τσαγκάρη για να μάθω την δουλειά και επειδή ο Χάρχαλης έπαιζε συνέχεια σε γλέντια ακόμα και σε μακρινούς τόπους, δεν μπορούσα να αφήσω το μαγαζί και να τρέχω στα γλέντια μαζί του.

Ι.Π: Οπότε, σταμάτησες να παίζεις;

Σ.Μ: Μόνο με τον Χάρχαλη, ναι. Γιατί όμως, τότε βρήκα ένα κοπελάκι νέο, τον Μανώλη τον Μυλωνάκη που μετά έγινε μεγάλος καλλιτέχνης, άριστος και είδα ότι έπαιζε καλό βιολί και τον ξεκίνησα εγώ. Τον έσπρωξα στο επάγγελμα, ήτανε δυό-τρία χρόνια μικρότερος μου και επειδή εγώ είχα κάνει ήδη γνωριμίες στο Καστέλλι, παίζαμε συχνά σε γλέντια εκεί. Και με τον Μανιατάκη τον Γιάννη που τότε ήτανε μεγάλος στην ηλικία, παίξαμε θυμάμαι τρείς-τέσσερις φορές. Μα ύστερα μπήκα στην χωροφυλακή και έγινε και ο πόλεμος στην Μικρά Ασία και με πήρανε στρατιώτη και σταμάτησα μέχρι την οπισθοχώρηση και που ξανάρθα στην Κρήτη.

Ι.Π: Και μετά που ξανάρθες με ποιόν έπαιξες;

Σ.Μ: Μετά, μέχρι και να ανέβω στην Αθήνα έπαιζα με τον Χάρχαλη. Έπαιξα και με τον Μυλωνάκη και με τον Κουνελοκωστή και με τον Γιώργη τον Νικολακάκη και με άλλους. Αλλά πιο πολύ με τον Χάρχαλη. Μαζί γράψαμε και δίσκους, δύο δίσκους, στα τέλη του ’20 με αρχές του ’30 και κάνανε μεγάλη επιτυχία γιατί δεν ήτανε τότε εύκολο να γράψει κάποιος δίσκο...[...]

Ι.Π: Ο Χάρχαλης πώς σε αντιμετώπιζε;

Σ.Μ: Με αγαπούσε πολύ ο μακαρίτης, πάρα πολύ. Δηλαδή, τα χρόνια που έπαιξα μαζί του ήταν τα καλύτερα μου, γυρίσαμε όλο τον νομό Χανίων, πήγαμε και στο Ρέθεμνος και στα Σφακιά, πολλά γλέντια. Ο Χάρχαλης ήτανε άνθρωπος δίκαιος, δηλαδή, αν σε έβλεπε και προσπαθούσες και δεν ήσουνα σαλταδόρος, σου φερότανε πολύ καλά. Ακόμα και όταν ήτανε να κάνουμε την μοιρασιά μετά το γλέντι, μου έδινε το μερτικό μου και ακόμα παραπάνω μερικές φορές....[...]

Ι.Π: Ποιους λαγουτιέρηδες είχες σαν παραδείγματα όταν ξεκινούσες την σταδιοδρομία σου;

Σ.Μ: Εκείνα τα χρόνια Γιάννη τα λαγούτα ήτανε λίγα. Για να καταλάβεις δηλαδή τι σου λέω, στους δέκα που παίζανε όργανο, οι οχτώ παίζανε βιολί και οι δυό παίζανε λαγούτα. Ήτανε πολύ ακριβό και δυσκολόβρεστο όργανο το λαγούτο και δύσκολο κιόλας. Ο γέρο-Κουτσουρέλης έπαιζε καλό όργανο, ήτανε κι ο γέρο-Σγουρομάλλης, ο Μπέρτης ήτανε, ο Κεραμιανός ήτανε, ο Παπαδογιώργης ήτανε, κι άλλοι που δεν θυμούμαι και καλά. Μα αυτοί οι περισσότεροι παίζανε κιθαρίστικα, συνοδευτικά, δεν παίζανε πενιές, κοσκινίζανε, ο γέρο-Κουτσουρέλης έπαιζε πιο μπερντελίδικα λίγο και ο Παπαδογιώργης έπαιζε κι αυτός μπερντελίδικα. Εγώ το άλλαξα το σύστημα και έπαιζα μόνο μπερντελίδικα, πενιές δηλαδή καθαρές, χωρίς κοπανήματα σαν αυτά που ακούμε σήμερα από τσοι νεώτερους.

Ι.Π: Και ο Κουτσουρέλης ο Γιώργος όμως έπαιζε πρίμο λαγούτο και σολάριζε….

Σ.Μ: Ο Γιώργης ήτανε μετά από μένα, πιο μικρός. Από εμένα άκουσε και πήρε παράδειγμα, άμε να τον ρωτήσεις και θα στο πεί. Ερχότανε που ήτανε κοπελάκι με τα κοντά παντελονάκια και με άκουγε τότε που έπαιζα με τον Χάρχαλη και του άρεσε έτσι όπως έπαιζα και με μελετούσε μετά. Εγώ προσωπικά του είχα κάνει δύο μαθήματα, ερχότανε στο τσαγκάρικο που δούλευα και του έδειξα. Και βέβαια, εξελίχθηκε κι αυτός μετά και έγινε αυτός που είναι, ένας δηλαδή σωστός και δυνατός τεχνίτης του λαγούτο παγκρητίως. Και εγώ δεν ντρέπομαι να το πώ, η αλήθεια είναι, ο Κουτσουρέλης αυτά που παίζει, θέλει εκατό δίπλα του να του κοντράρουνε. Κι αυτός ήτανε που έκανε το λαγούτο δυνατό όργανο και όχι μπασαδόρικο.

Ι.Π: Σωστά, ναι, αλλά από ότι ξέρω, το είπες κι εσύ πριν και συμφωνώ, εσύ ήσουν ο πρώτος που έδωσε άλλη γραμμή στο παίξιμο…

Σ.Μ: Ναι, αυτό είναι αλήθεια, εμένα μου άρεσε αυτό που παίζει το βιολί να το παίζει και το λαγούτο και έτσι το έκανα κι εγώ, αυτά που παίζανε οι βιολατόροι και οι λυράρηδες να τα παίζω ακριβώς πριμαδόρικα κι εγώ…

Ι.Π: Είπες για λυράρηδες και ξέρω ότι δούλεψες με αρκετούς. Πές μου λίγο για αυτούς..

Σ.Μ: Ναι, έπαιξα με δυνατούς καλλιτέχνες της λύρας στα χρόνια που δούλεψα. Με τον αείμνηστο Καραβίτη έπαιξα πολλές φορές, κυρίως στην Αθήνα και γράψαμε και δίσκους μαζί και ο Καραβίτης με αγαπούσε πάρα πολύ, ήτανε ο μακαρίτης σαν το αηδόνι όταν τραγουδούσε. Ύστερα έπαιξα με τον Μουζουράκη, Ρεθυμνιώτης κι αυτός λυράρης, κι ο Σκορδαλός κάποτε μου είχε προτείνει να παίξουμε και βέβαια έπαιξα με τον Μουντάκη στην Αθήνα στις ταβέρνες και στις εκδηλώσεις του συλλόγου «Η Ομόνοια»…

Ι.Π: Ο Μουζουράκης ποιος είναι;

Σ.Μ: Ο Γιώργης ο Μουζουράκης από το Αμάρι, της γενιάς μου λυράρης, με τον οποίο γνωρίστηκα στα Χανιά που υπηρετούσε αυτός στην χωροφυλακή και προσωπικά εγώ του είχα κάμει μαθήματα στα συρτά διότι ουδείς εξ αυτών τα εγνώριζε εκείνα τα χρόνια. Το ίδιο και ο Καραβίτης δηλαδή. Τους έδειξα εγώ κι ο μακαρίτης ο Μαργιάνος ο Γιώργης ο βιολάτορας. Αυτοί ήταν φιλόμουσοι και μερακλήδες όλοι τους και καθίσανε και μάθανε δυό-τρία πράγματα.
Ο Καραβίτης βέβαια, επειδή δούλεψε πολύ και ήταν και δυνατό δοξάρι, κατάφερε και τα έπαιξε πολύ καλύτερα από όλους εκείνα τα χρόνια. Τον παραδεχόντουσαν όλοι οι παλαιοί, κι ο Χάρχαλης και ο Μαργιάνος και όλοι…

Ι.Π: Και ο Σκορδαλός όμως και ο Μουντάκης παίζουνε πολύ καλά….

Σ.Μ: Ο Μουντάκης από τα χέρια τα δικά μου και των Κουτσουρέληδων βγήκε, το ξέρεις; Εγώ τον γνώρισα εδώ στον Πειραιά που ήτανε νέος και δούλευε εργάτης και τα βραδάκια έπαιζε σε κανα ταβερνάκι και μου άρεσε η λύρα του και τον έβλεπα ότι έχει διάθεση να κάνει πολλά πράγματα και του έδειξα πολλούς σκοπούς και του συνδράμισα στα πρώτα του βήματα. Ο Μουντάκης αυτά που έχει γράψει σε δίσκους και στις κασέτες, τα περισσότερα συρτά, είναι χανιώτικα συρτά που τα έμαθε από εμένα, από τους Κουτσουρέληδες, από τον Κώστα τον Ναύτη, από Χανιώτες τα έμαθε, από πρώτο χέρι. Ενώ ο Σκορδαλός πάλι, αυτός ενώ παίζει καλή λύρα, όχι βέβαια μερακλήδικη σαν του Μουντάκη, είναι εγωιστής, δεν σηκώνει ούτε μαθήματα ούτε τίποτα, νομίζει πώς τα ξέρει όλα από την ώρα που γεννήθηκε και δεν σηκώνει καλούς λαγουτιέρηδες δίπλα του γιατί θέλει να ακούγεται η λύρα. Και βάνει τους χτυπατζήδες να παίζουνε γρούκου γρούκου δίπλα του και ακούγεται ένα τσάρχαλο και καθόλου μουσική πενιά. Εγώ, όταν μου είπε να παίξουμε του το είχα τονίσει αυστηρώς ότι θα αφήσεις το λαγούτο να εκφράζεται γνήσια, αλλά είχε άλλη γνώμη. Παρόλα αυτά, έχει δουλέψει κι αυτός πολύ και του το αναγνωρίζω….

Ι.Π: Περίμενα να είσαι αυστηρός, όχι όμως και τόσο πολύ….

Σ.Μ: Δεν ξέρω αν είμαι πολύ, αλλά επειδή τόσα χρόνια τα μάτια μου είδαν πολλά, πάρα πολλά, λέω αυτό που βλέπω κι αυτό που πιστεύω ότι είναι σωστό. Κάνω κι εγώ λάθη βεβαίως και πολλά λάθη και προς Θεού, ποτέ δεν είχα ατομικό πρόβλημα με κανέναν συνάδελφο, αλλά δεν θα κάνω όμως ούτε τον γυρολόγο, ούτε τον κατεχάρη για να με χειροκροτούνε από κάτω, όπως το κάνουνε μερικοί μερικοί για να αρέσουνε στον κόσμο. Ο Τζιμάκης ο Τσαγκαράκης ας πούμε, ο Γιώργης, ποτές του δεν παρακάλεσε κανέναν και ποτές του δεν έκαμε τον καμπόσο, αλλά είδες τι σπουδαίος μουσικός που έγινε; Λύρα να παίξει, βιολί να παίξει, κιθάρα να παίξει, θα παίξει ολόσωστα και μερακλήδικα. Στο λέω εγώ που έκαμα πολλά χρόνια μαζί του και του βγάζω το καπέλο και μακάρι να είχαμε στην μουσική μας πολλούς σαν κι αυτόν….

Ι.Π: Έχετε κάνει και δίσκους με τον Τζιμάκη;

Σ.Μ: Ναι, κάναμε και δίσκους κι απ’όλα. Και γλέντια παντού.

Ι.Π: Πώς βλέπεις τους σημερινούς λαγουτιέρηδες;

Σ.Μ: Υπάρχουνε συνάδελφοι που είναι πολύ καλοί καλλιτέχνες με ήθος και δεξιοτεχνία και στην Κίσσαμο και στο Σέλινο και παντού. Καλά, στην Κίσσαμο είναι τέτοια τα ακούσματα που οι περισσότεροι πλέον παίζουν σε σωστούς δρόμους, αλλά και στις άλλες περιοχές είναι καλοί, αρκεί να τους αφήνουνε οι βεντέτες οι λυράρηδες να ακουστούνε γιατί είναι αμαρτία τέτοια ταλέντα να πηγαίνουνε χαμένα. Εγώ ξέρω έναν λαγουτιέρη, μα θα’ναι πολύ γέρος τώρα, ο Αντώνης ο Κλεινάκης από την Παλαιόχωρα Σελίνου. Αυτός Γιάννη, έπαιζε παλιά με τον Χάρχαλη, πετούσε σπίθες και ο Χάρχαλης, παρόλο που ήτανε φίρμα, τον άφηνε και ακουγότανε κι αυτός. Λίγοι είναι οι φίρμες που αφήνουνε τα λαγούτα πλέον.

Ι.Π: Ποιος είναι ο αγαπημένος σου σκοπός που παίζεις;

Σ.Μ: Πολλοί είναι, πολλοί. Εμείς ευτυχήσαμε να έχουμε ένα όμορφο ρεπερτόριο στην μουσική μας και σκοπούς πολύ ωραίους. Μου αρέσει ο Χανιώτικος σκοπός πολύ, μου αρέσει και ο Καραγκιουλές συρτός, είναι κι ένας σκοπός, του Μανιατάκη του Γιάννη, ο Μαρεδιανός σκοπός και τον παίζω πλέον στα γεράματα, έτσι πιο πολύ για να νοσταλγώ το χωριό μου και τους παλαιούς ανθρώπους που γνώρισα. Αυτό είναι το κακό, ζείς πολλά χρόνια, γνωρίζεις πολλούς ανθρώπους και μετά τους θάβεις (γέλια)...[...]

Ι.Π: Θα συνεργαζόσουν σήμερα με κάποιον από τους πιο καινούργιους βιολιστές και λυράρηδες;

Σ.Μ: Ε μα τώρα δεν μπορώ να παίξω όπως μια φορά, κάνω λάθη, δεν έχω κουράγια…

Ι.Π: Ναι, αλλά αν μπορούσες;

Σ.Μ: Υπάρχουνε νέοι συναδέλφοι, νεώτεροι μου δηλαδή που παίζουνε πολύ καλά. Εγώ να σου πώ, από τους παλαιοτέρους, πάντα ξεχώριζα και πάντα θα ξεχωρίζω τον Χάρχαλη διότι δεν ξαναπερνάει από το κρητικό πάλκο τέτοιος καλλιτέχνης. Συνεχίζουν όμως καλά και ο Νίκος ο Μαύρος, ο οποίος είναι εξαίσιος χειριστής του βιολιού, όπως και ο Μιχάλης ο Κουνέλης, τον οποίο θεωρώ ως τον δυνατότερο από τους πιο καινούργιους…

Ι.Π: Ο Ναύτης; Ο Γαλαθιανάκης;

Σ.Μ: Ο Γαλαθιανάκης κι αυτός είναι καλός τεχνίτης. Ο Ναύτης παίζει πολύ καλά, αλλά θα σου πώ κάτι που το έχω πεί και στον ίδιο, δηλαδή, παίζει δύσκολο όργανο, βάνει πολλά στο δοξάρι και ένας που δεν είναι κατεχάρης τον ακούει με δυσκολία. Θα μου πείς, μπορεί κι άλλος να παίξει έτσι; Όχι. Παίζει πολύ τεχνικό όργανο, από την εποχή του Χάρχαλη έχω να ακούσω τέτοιες δοξαριές δυνατές, αλλά άμα τον πιάσει η κουζουλάδα, μετά ο ακροατής δεν τον παρακολουθεί εύκολα. Γι’αυτό λέω ότι ναι, ο Ναύτης είναι μεγάλος τεχνίτης, αλλά ο Κουνέλης είναι πιο.. πώς να στο πώ, είναι πιο πολύ έτσι αγνός, πιο δηλαδή εύκολος στο να τον απολαύσει κάποιος, καταλαβαίνεις τι θέλω να πώ..

Ι.Π: Ναι ναι, καταλαβαίνω. Μα είναι και από διαφορετική σχολή και οι δύο όμως…

Σ.Μ: Ε ναι, παίζει κι αυτό ρόλο, άλλη μάθηση είχε ο Κουνέλης, άλλη ο Ναύτης, άλλη ο Γαλαθιανός κι άλλη ο Μαύρος. Και στα λαγούτα το βλέπεις, αλλιώς το παίζει ο Λέφης, αλλιώς ο Μαργαρίτης, αλλιώς ο Καρεφύλλης, παίζει μεγάλο ρόλο το άκουσμα.

Ι.Π: Με λυράρηδες των Χανίων δούλεψες ποτέ;

Σ.Μ: Με τον πατέρα μου έπαιξα πιο πολύ, μετά ξεκίνησα με τα βιολιά, τον Χάρχαλη και τον Μυλωνάκη κι άλλους. Θα ήθελα να παίξω κάποτε με τον αείμνηστο τον Νίκο Κουφιανό που κατά τα λεγόμενα των παλαιότερων, ήταν ο καλύτερος λυράρης της Κρήτης εκείνα τα χρόνια αλλά δυστυχώς δεν το κατόρθωσα διότι έπαιζα με τον Χάρχαλη συνεχώς τότε. Ο Κουφιανός είχε τους δικούς του λαγουτιέρηδες, έπαιζε και με σαντούρια αυτός μερικές φορές και μάλιστα, θα σου πώ μια περίπτωση, στα τέλη της δεκαετίας του ’20 θα ήτανε, παίζαμε στ’Αλικιανού στο πανηγύρι με τον Χάρχαλη και παραδίπλα έπαιζε στην άλλη ταβέρνα ο Κουφιανός και μας είχε στείλει κέρασμα κρασί, διότι τον γνώριζε και τον εκτιμούσε πολύ τον Χάρχαλη, κι ο Χάρχαλης το ίδιο. Ναι.

Τετάρτη 8 Ιουνίου 2011

ΣΤΕΛΙΟΣ ΜΑΡΙΑΝΑΚΗΣ



1918 - 2004


Από την μουσική οικογένεια των Μαριάνων και ο Στέλιος Μαριανάκης. Γεννημένος στις Βούβες Κισάμου, για πολλά χρόνια δέσποσε στα γλέντια του χωριού του, αλλά και των γύρω περιοχών. Καλός βιολιστης, καλός μαντιναδολόγος. Συνεργάστηκε με σημαντικούς λαγουτιέρηδες όπως ο Βαγγέλης Κουριδάκης, ο Μανώλης Θεοδωράκης κ.α. Εξίσου σημαντική, η συνεργασία του με τον συγχωριανό του και μεγάλο κλαρινίστα, τον Κωστή Γλεντούση.

Παρασκευή 3 Ιουνίου 2011

ΚΙΣΑΜΙΤΕΣ ΒΙΟΛΙΣΤΕΣ - ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΕ ΜΕΡΙΚΟΥΣ ΕΚ ΤΩΝ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΩΝ ΒΙΟΛΙΣΤΩΝ ΤΗΣ ΚΙΣΑΜΟΥ ΠΟΥ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΣΤΗΝ ΖΩΗ. ΣΤΗΝ ΜΟΥΣΙΚΗ ΕΠΕΝΔΥΣΗ ΠΑΙΖΕΙ ΒΙΟΛΙ Ο Κ.ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ(ΝΑΥΤΗΣ).ΑΚΟΥΓΟΝΤΑΙ ΟΙ ΣΚΟΠΟΙ:ΧΑΝΙΩΤΙΚΟΣ,'Γ ΛΟΥΣΑΚΙΑΝΟΣ ΤΟΥ ΚΙΩΡΟΥ,ΝΟΧΙΑΝΟΣ ΤΟΥ ΤΣΙΛΑΡΙΔΗ,ΚΟΝΤΡΑΣ ΤΟΥ ΜΑΤΖΟΥΡΑΝΑ,ΤΟΠΟΛΙΑΝΟΣ ΤΟΥ ΦΑΝΤΟΜΑΝΩΛΗ,ΣΥΡΤΟΣ ΤΟΥ ΧΑΡΧΑΛΗ.

Τετάρτη 1 Ιουνίου 2011

ΗΡΘΕ Ο ΙΟΥΝΗΣ, ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΑΚΙ ΕΦΤΑΣΕ!

Καλό μήνα σε όλους και όλες, καλό καλοκαίρι να έχουμε. Τα γεγονότα που συμβαίνουν αυτή την περίοδο στην πατρίδα μας βέβαια, είναι ανασταλτικός παράγοντας για να σκεφτούμε το τρίπτυχο "Καλοκαίρι-μπάνια-διακοπές". Και - προσωπική μου γνώμη - καλά κάνουμε και δεν σκεφτόμαστε τα μπάνια, τις παραλίες, τα νησάκια. Άλλα είναι αυτά που προέχουν!!!
Όπως και να έχει όμως, το καλοκαίρι είναι η περίοδος που η Κρήτη, τα Χανιά, η Κίσαμος μας, ζεί για τα καλά σε ρυθμούς που δεν έχουν καμία σχέση με την χειμερινή χαλάρωση. Ήδη ακούω από φίλους που ανήκουν σε διάφορους πολιτιστικούς συλλόγους ότι βρίσκονται σε κινητικότητα, προκειμένου να προετοιμάσουν τις φετινές,τοπικές,εκδηλώσεις. Από αυτό το blog λοιπόν, θα θέλαμε να ευχηθούμε καταρχάς, καλή επιτυχία σε όλους τους τοπικούς πολιτιστικούς συλλόγους. Από την άλλη όμως,θα θέλαμε να υπογραμμίσουμε ότι σε ΚΑΜΙΑ περίπτωση φέτος ,δεν θα πρέπει να γίνει οικονομική εκμετάλλευση (τουρίστας είναι; Αθηναίος είναι; Βάρα του κανα 30αρι ευρουλάκια). Οι διοργανωτές πρέπει να σκεφτούν πολύ καλά και να μην κερδοσκοπήσουν εις βάρος των καλεσμένων που θα θελήσουν να παραβρεθούν και να υποστηρίξουν την κάθε εκδήλωση. Είπαμε, προάγουμε τον πολιτισμό. Και ο πολιτισμός, δεν είναι ούτε η κονόμα, ούτε η κερδοσκοπία. Λογικές τιμές λοιπόν, που θα φέρουν τον κόσμο στην εκδήλωση, αλλά και θα σεβαστούν την κατάσταση που βιώνει σήμερα ο Έλληνας πολίτης. Και από την άλλη, θα θέλαμε να θίξουμε ένα άλλο ζήτημα και ελπίζουμε να το σεβαστούν οι διοργανωτές: Υποστηρίζουμε τα ΤΟΠΙΚΑ μουσικά συγκροτήματα, τους ΤΟΠΙΚΟΥΣ καλλιτέχνες!!! Προς Θεού,δεν έχουμε τίποτα με τους καλλιτέχνες άλλων περιοχών και νομών, το έχουμε ξαναπεί, η Κρήτη είναι ΜΙΑ. Όμως, ας δώσουμε την ευκαιρία στους τοπικούς καλλιτέχνες, στους φίλους και συγχωριανούς μας, να ακουστούν, να παίξουν, να μας διασκεδάσουν και εν κατακλείδι, ζόρι περνάνε κι αυτοί,ας βγάλουν ένα μεροκάματο....στον τόπο μας θα επιστρέψει άλλωστε!!

Καλό καλοκαίρι λοιπόν, καλά να περάσουμε, με το καλό να ανταμώσουμε!

ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΟΥΝΕΛΗΣ - ΗΧΟΓΡΑΦΗΣΗ

Ο μεγάλος δάσκαλος του βιολιού, Μιχάλης Κουνέλης, παίζει και τραγουδάει σε μια εξαιρετική ηχογράφηση. Στο λαγούτο,ο Μανώλης Καρτσώνης. Παίζονται οι σκοποί: Συρτός του Καντηλιέρη, Κόντρας του Ματζουράνα, Γιουσούφης του Καραγκιουλέ.