Κυριακή 22 Αυγούστου 2010

ΣΚΟΡΠΙΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ

Αρθρο του Βασ.Πατεράκη
======================

Πέρυσι το καλοκαίρι φιλοξένησα μια παρέα καλούς φίλους από την Αθήνα. Μου ζήτησαν πολλές φορές επίμονα να τους πάω να δούν από κοντά ένα παραδοσιακό κρητικό γλέντι. Δίστασα αρκετά, τελικά όμως δεν μπόρεσα να τους το αρνηθώ. Ήξερα καλά τι θα συναντήσω. Οι φόβοι που είχα, δυστυχώς επαληθεύτηκαν. Διάλεξα λοιπόν, τι καλύτερο, να τους πάω σε μια τοπική εκδήλωση κάποιου παραθαλλάσιου κισαμίτικου χωριού. Φημισμένο το χωριό, φημισμένη κι η εκδήλωση του. Μα αλίμονο, τελικά δεν γλύτωσε κι αυτή από την λαίλαπα της εμπορευματοποίησης. Μάταια προσπαθούσαμε να βρούμε έστω κι ένα μισόκιλο μπουκάλι κισαμίτικο μαρουβά. Παντού μπύρες. Και για τους θεριακλήδες, υπήρχε και άφθονο ουίσκι. Οι φίλοι μου, που είχαν ακούσει για τον ξακουστό μαρουβά, παραπονέθηκαν. Μου λέγανε, μα καλά, το τοπικό σας ποτό είναι η μπύρα;
Μετά, ήρθε η ώρα του γλεντιού. Στην καρδιά της Κισάμου, ένας Ηρακλειώτης λυράρης, από τους λεγόμενους "εμπορικούς" με ντράμς και διάφορα άλλα μαραφέτια που δεν ταιριάζουν στην κρητική μουσική, ξεκίνησε να παίζει, κι αλλού βαρεί κι αλλού ξαμώνει.
Ένα λαϊκό-φασαριόζικο πρόγραμμα που ουδεμία σχέση έχει με την παράδοση της Κρήτης, μαντινάδες άσχετες με την κρητική διάλεκτο, χορευτές και χορεύτριες που δεν ήξεραν ούτε που πατούν ούτε που χορεύουν και όλα αυτά γιατί; Δεν μπορώ ειλικρινά να καταλάβω τον λόγο. Ο κόσμος, ο περισσότερος, δυσαρεστήθηκε. Οι νεολαίοι, δώς του και κατέβαζαν τις μπύρες σαν το νερό, ο λυράρης με μια κούπα ουίσκι στο χέρι, πιο πολύ έπινε, παρά έπαιζε. Σηκώθηκαν μερικοί μαυροπουκαμισάδες νεολαίοι να χορέψουν, κι αντί να καμαρώσουμε τα νιάτα, τους βλέπαμε να κοπανούνε και να τσαλοπατούνε την γής λές και την είχαν άχτι. Μα πιο πολύ ντράπηκα τους φίλους μου από την Αθήνα. Στην ερώτηση τους αν αυτό το μπάχαλο είναι η παράδοση μας, δεν είχα καμία απάντηση. Τι απάντηση να δώσω, την στιγμή που εγώ ο ίδιος ρωτούσα τον εαυτό μου, τι απέγινε άραγε ο αψύς μαρουβάς; Που πήγαν οι σωστοί οργανοπαίχτες; Που πήγαν οι γνήσιοι χορευτές και μερακλήδες; Τι απέγινε τελικά αυτό το στοιχείο που διαχωρίζει τους ανθρώπους από τα ζώα; Απαντήσεις δεν μπορώ να δώσω. Ξέρω όμως ότι εμείς οι ίδιοι πήραμε τα δάχτυλα μας και βγάλαμε τα ίδια μας τα μάτια. Και γι'αυτό τον λόγο, να μην μας φταίνε πάντα οι άλλοι. Την μοναδική κουλτούρα μας, εμείς οι ίδιοι την έχουμε ήδη καταναλώσει στο όνομα του εκσυγχρονισμού.

ΑΝΤΩΝΗΣ ΒΕΡΥΚΑΚΗΣ



Γεννήθηκε το 1972 στην Αυστραλία όπου οι γονείς του είχαν μεταναστεύσει από το χωριό Λουσακιές Κισάμου Χανίων. Αργότερα συνέχισαν το ταξίδι της ζωής τους στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής όπου και εγκαταστάθηκαν για αρκετά χρόνια. Εκεί και σε ηλικία επτά χρονών ξεκίνησε τα πρώτα του βήματα στο λαγούτο αφού προερχόταν από μουσική οικογένεια. Ο παππούς του, Στέλιος Χαρτζουλάκης, έπαιζε βιολί, και η γιαγιά του, Ελένη Χαρτζουλάκη, λαγούτο. Μαθαίνοντας λαγούτο επηρεάστηκε και πήρε πολλά στοιχεία από οργανοπαίκτες της Κρήτης που επισκέπτονταν την Αμερική και ήταν φιλοξενούμενοί τους. Σε ηλικία δεκαπέντε χρονών επαναπατρίζεται με την οικογένεια του στα Χανιά, όπου διαμένει μέχρι και σήμερα, και επεκτείνει τις μουσικές του ικανότητες.
Σήμερα ο Αντώνης Βερυκάκης συνεργάζεται με σπουδαίους βιολιστές και λυράρηδες των Χανίων και εκτός αυτού, είναι εξαίρετος οργανοποιός με έφεση στην κατασκευή λαγούτων και διατηρεί το εργαστήρι του στην Νέα Χώρα στα Χανιά.