Τρίτη 24 Αυγούστου 2010

ΤΑ ΜΑΥΡΑ ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ.....





Τελικά, το να ερευνά κάποιος χωρίς υποκειμενικές διαθέσεις και να είναι άριστος γνώστης του αντικειμένου, εκτός από βαρύ, φαίνεται να είναι και ακατόρθωτο.
Παράδειγμα για αυτό, το βιβλίο "Μουσική Καταγραφή στην Κρήτη 1953-1954" του Ελβετού μουσικολόγου Samuel Baud-Bovy. Βέβαια, δεν έχουμε τίποτα με τον άνθρωπο, στον λίγο χρόνο που είχε να ψάξει, αυτά βρήκε, αυτά είδε, αυτά νόμισε ότι έμαθε και ίσα ίσα, θεωρείται από τους καλύτερους μουσικολόγους του περασμένου αιώνα. Το θέμα είναι, τι γίνεται όταν οι συνεργάτες που επιλέγει κάνουν στην κυριολεξία "δουλειά του ποδαριού" και με προχειρότητα, προβάλλουν κάποιες δικές τους προτιμήσεις και λειτουργούν μονόπλευρα είς βάρος κάποιων άλλων. Και για του λόγου το αληθές, ας δούμε το σημείωμα της βοηθού-ερευνήτριας του Bayd-Bovy που έκανε μια προ-έρευνα στην Κρήτη σε πολύ λίγο χρόνο, της κυρίας Δ.Μαζαράκη.
Αποσπασματικά λοιπόν η κυρία Μαζαράκη αναφέρει ότι:


"Σε πολλά κομμάτια το λαούτο κάνει ακομπανιαμέντο. Αυτός ο συνδυασμός είναι πολύ κακόγουστος, για μένα. Τα Κρητικά κομμάτια, συρτά πεντοζάλης κ.λ.π., χάνουν αφάνταστα στο λαούτο. Τώρα η βιολόλυρα που επικρατεί στην περιοχή Ρεθύμνης και Ηρακλείου πάει να αντικατασταθεί από τα βιολιά που έχουν εισχωρήσει στην περιοχή Κίσσαμου. Εκεί άρχισε να εισχωρεί και το κλαρίνο. {..} Επίσης με γοργό ρυθμό χάνονται οι παλιοί χορευτικοί σκοποί και αρχίζουν να επικρατούν οι καινούργιοι που βγάζει ο Κουτσουρέλης – ένας παραφουσκωμένος από εγωισμό λαουτιέρης– και κάτι άλλοι παρόμοιοι. Παίρνουν μικροτράγουδα στερεοελλαδίτικα που τα κρητικοποιούν, τους κολλούν και ένα όνομα ενός χωριού και αυτά τα κυκλοφορούν."

Η κυρία Μαζαράκη λοιπόν αφού έκανε μια έρευνα-φωτοβολίδα και ενόμισε ότι έμαθε τις καταβολές της κρητικής μουσικής, είναι σε θέση να μιλήσει και να συνδράμει στον Ελβετό μουσικολόγο με τις απεριόριστες γνώσεις της..!! Και για να είμαστε και λίγο πιο συγκεκριμένοι. Το λαγούτο, για το οποίο μιλά υποτιμητικά, έπαιζε εκείνη την περίοδο πρωταγωνιστικό ρόλο στην παραδοσιακή ζυγιά. Δεν ξέρω ποιούς λαγουτιέρηδες πήγε και άκουσε και σε ποιά περιοχή, όμως στα Χανιά και κυρίως στην Κίσαμο, το λαγούτο έπαιζε πρίμα, σολάριζε και ό,τι κι αν έπαιζε το βιολί, το ίδιο έπαιζε και το λαγούτο. Ακόμα και στο πεντοζάλι. Για τα συρτά, ας μην μιλήσουμε καλύτερα διότι η κυρία Μαζαράκη για να είναι πιο αντικειμενική στην έρευνα της, έπρεπε να κάτσει και να ακούσει πέντε πράγματα από την πηγή τους. Κατόπιν αναφέρεται στην βιολόλυρα που ουδέποτε πρωταγωνίστησε στον νομό Ρεθύμνου, αλλά μόνο στις νότιες επαρχίες του Ηρακλείου κυρίως την περίοδο του μεσοπολέμου. Κάνει το λάθος να πεί ότι "πάει η βιολόλυρα να αντικατασταθεί από το βιολί που έχει εισχωρήσει στην Κίσαμο". Θα έπρεπε κάποιος να πληροφορήσει την κυρία Μαζαράκη ότι στον νομό Ηρακλείου μέχρι και τα χρόνια του μεσοπολέμου, ένα από τα κυριότερα όργανα ήταν το βιολί κι όχι η βιολόλυρα. Και επίσης, στην Κίσαμο δεν είχε εισχωρήσει το βιολί εκείνη την περίοδο, αλλά πολλούς αιώνες πρωτύτερα. Για το δέ κλαρίνο πρέπει να πούμε ότι υπάρχουν ντοκουμέντα που μαρτυρούν την ύπαρξη κλαρίνου στην Κίσαμο και γενικά στα Χανιά από τα τέλη του 19ου αιώνα. Για την δέ άτυχη περιγραφή του Κουτσουρέλη...ουδέν σχόλιον.Ίσως ο Κουτσουρέλης να μην θέλησε να ηχογραφήσει κάποια πράγματα για χάριν της έρευνας της κυρίας Μαζαράκη και να χαρακτηρίστηκε με αυτόν τον τρόπο όπως διαβάσαμε παραπάνω, αλλά κι εκεί πάλι είναι λάθος η ερευνήτρια, διότι εκείνη την περίοδο δεν χάνονται οι παλαιοί σκοποί όπως πιστεύει, ούτε και αντικαθιστά αυτούς τους σκοπούς ο Κουτσουρέλης με τις δικές του συνθέσεις. Ίσα ίσα, η γκάμα συρτών που παίζονταν τότε στα Χανιά ήταν πάρα πολύ μεγάλη. Προφανώς όμως, η κυρία Μαζαράκη αγνόησε κάποια ονόματα καλλιτεχνών τότε εν ζωή όπως ο Κουνελοκωστής, ο Μαριάνος, ο Χαρχαλης, ο Ζερβός, ο Ναύτης, ο Γαλαθιανός, ο Μαύρος κ.ο.κ, διότι αν είχε πραγματικά διάθεση να ψάξει, θα εύρισκε πολύ περισσότερα πράγματα από όσα ακόμα κι η ίδια φανταζόταν. Όσο για τα "στερεοελλαδίτικα" τραγούδια που αναφέρει, δεν νομίζω αυτό να έγινε στα Χανιά. Δεχόμαστε ότι υπήρχαν καλαματιανά στο ρεπερτόριο των καλλιτεχνών τότε, αλλά ουδέποτε έχει υπάρξει τέτοια σύνθεση από Χανιώτη καλλιτέχνη εκείνη την περίοδο και μάλιστα, με ονομασία χωριού! Εκτός κι αν έχει κανείς υπ'όψιν του κάποιον...."Καστελλιανό" καλαματιανό..!!Είναι αστεία όλα αυτά!

Η βαρύτητα της έρευνας δόθηκε σε κεντρο-ανατολικούς νομούς κυρίως, στα Χανιά από ότι έχουμε καταλάβει δωσανε βάρος (και καλά κάνανε) στα ριζίτικα τραγούδια, αλλά απέκλεισαν (και αυτοί,ώ τι τυχαίο) μια τεράστια μουσική παράδοση, μια τεράστια γκάμα μελωδιων και καλλιτεχνών, από τους οποίους τρέφεται σήμερα το 80% της κρητικής μουσικής (Αυτό έχει δηλώσει η σημαντικότατη μουσικολόγος Tulia Magrini κατόπιν δεκαετούς παγκρήτιας έρευνας).
Το να πάει κάποιος σε έναν ξένο τόπο, να κάτσει 1-2 χρόνια, να ψάξει είτε στα κουτουρού, είτε "κατευθυνόμενα" είναι το μόνο εύκολο. Αλλά, ας μην βγαίνουν συμπεράσματα που δεν συνάδουν ούτε με την πραγματική εικόνα, ούτε με την γνήσια μορφή, αλλά ούτε και με την βαθιά ρίζα της μουσικής. Γιατί, αγαπητοί κύριοι και κυρίες μουσικολόγοι-ερευνητές, όταν μιλάμε για ρίζα, μιλάμε για Χανιά!

ΣΤΕΛΙΟΣ ΛΑΪΝΑΚΗΣ

Από δεξιά: Στέλιος Λαϊνάκης,Δημ.Χριστοφοράκης,Νικ.Τσέγκας.



Ο "μπαρουτοκαπνισμένος" λαγουτιέρης με την υπέροχη φωνή, της παλιάς φρουράς που μέστωσε στα μουσικά πράγματα της Κισάμου. Γεννήθηκε στον Λαρδά (Γραμβούσα) Κισάμου και καταγόταν από μουσική οικογένεια, αφού ο πατέρας του και ο θείος του παίζανε λαγούτο και βιολί. Κι ο παππούς του όμως, ο παλαιός βιολιστής Λαϊνονικολής είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο που κάποια μέρα θα ασχοληθούμε ξεχωριστά.
Ο Στέλιος Λαϊνάκης ξεχώρισε για την ωραία του φωνή, για το σωστό του παίξιμο και συνεργάστηκε με όλους τους μεγάλους βιολιστές της περιοχής (Χριστοφοράκης,Ναύτης,Κουνέλης,Μαύρος κλπ). Για πολλά χρόνια κατοίκησε στην Θεσσαλονίκη, όπου την δεκαετία του '90 περίπου επέστρεψε μόνιμα στο αγαπημένο του χωριό. Ο Στέλιος Λαϊνάκης δίδαξε την τέχνη του λαγούτου σε πολλά νέα παιδιά και η προσφορά του είναι πολύ σημαντική για τα μουσικά δρώμενα του τόπου. Δυστυχώς, λίγο πριν φύγει το 2010, έφυγε και ο Στέλιος για το αιώνιο του ταξίδι.

ΜΙΧΑΛΗΣ ΠΑΠΟΥΤΣΑΚΗΣ




1895 - 1955

Ο Μιχάλης Παπουτσάκης ήταν ένας παλιός βιολιστής από το Γαβαλομούρι Κισάμου του νομού Χανίων. Θεωρείται ώς ένας εκ των καλυτέρων δεξιοτεχνών εκείνης της εποχής και έδρασε κυρίως στην ανατολική Κίσαμο. Έπαιζε κυρίως με το λαγούτο του κοντοχωριανού του, του Γιάννη Κουριδάκη, αλλά και με τον Γιώργη Κουτσουρέλη και τους Μαρουβάδες (Αντώνη και Γιώργη). Μάλιστα, τον Αντώνη Γεραιουδάκη ή Μαρουβά, αυτός τον πρωτόβγαλε στα γλέντια.
Ο γιός του, ο Χαράλαμπος Παπουτσάκης ( + 1974), συνέχισε την οικογενειακή παράδοση αφού εξελίχθηκε σε άριστο βιολιστή.